Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2015

Τα παιχνίδια της Ουάσιγκτον και της Βαγδάτης με το κουρδικό πρόβλημα και ο Μπαρζανί

Το σχέδιο της CIA για τον Σαντάμ

Οι τρεις λογικές της παράλογης κρίσης στο Ιράκ. Τα παιχνίδια της Ουάσιγκτον και της Βαγδάτης με το κουρδικό πρόβλημα

Το 1991 ο πρόεδρος Μπους αποφάσισε να διακόψει την προέλαση των συμμαχικών στρατευμάτων στο Ιράκ, να μην καταλάβει τη Βαγδάτη, να μην ανατρέψει τον Σαντάμ Χουσεΐν και να μην εξοντώσει το κύριο σώμα της ισχυρότατης δημοκρατικής φρουράς που στηρίζει τον ιρακινό ηγέτη. Εδωσε από τότε πολλές εξηγήσεις γι' αυτό χωρίς όμως να πείσει. Ενας από τους λόγους, υποστηρίζουν πολλοί, ήταν και η ανάγκη να υπάρχει, με τον Σαντάμ, μια δύναμη αποτροπής των περσικών ισλαμιστικών βλέψεων στην ευρύτερη περιοχή. Σε κάθε περίπτωση, η απόφαση του Μπους επέτρεψε στον νικημένο Σαντάμ να διατηρήσει την εξουσία. Και να πνίξει στο αίμα την εξέγερση όλων των αντιπάλων του που είχε αρχίσει σε 14 περιοχές της χώρας. Τότε επιβλήθηκε η διεθνής παρέμβαση στο Βόρειο Ιρακ για τη σωτηρία των Κούρδων και στο Νότιο Ιράκ για τη σωτηρία Σιιτών. Εκτός από την ειδική «ανθρωπιστική βοήθεια», η διεθνής παρέμβαση προσέλαβε και τη μορφή της απαγόρευσης των πτήσεων των ιρακινών αεροπλάνων επάνω από τις δύο αυτές περιοχές, πράγμα που εξασφάλιζε μια αεροπορική δύναμη Αμερικανών, Βρετανών και Γάλλων με βάσεις στη Νότια Τουρκία και στο Κουβέιτ.

Λίγα χρόνια μετά, με πρόεδρο τον Κλίντον, η αμερικανική πολιτική άλλαξε μυστικά. Καταστρώθηκε ­ όπως το αποκάλυψε ο αμερικανικός Τύπος ­ ένα σχέδιο ανατροπής του Σαντάμ με στρατηγικό κέντρο την κουρδική πόλη Αρμπίλ, όπου τον έλεγχο της κατάστασης είχε η «Πατριωτική Ενωση» του οπλαρχηγού Τζαλάλ Ταλαμπάνι, του μεγάλου αντιπάλου τού Μασούντ Μπαρζάνι και του «Δημοκρατικού Κόμματός» του. 

Σε αυτή την πόλη συγκεντρώθηκαν ιρακινοί αντικαθεστωτικοί, πράκτορες της CIA, Κούρδοι της «Πατριωτικής Ενωσης» και Σιίτες για να ετοιμάσουν τη μεγάλη αλλαγή στη Βαγδάτη. Δαπανήθηκαν γι' αυτό τεράστια σχετικώς ποσά (σχεδόν 30 εκατ. δολάρια, σύμφωνα με ορισμένες πηγές). Οι πράκτορες του Σαντάμ όμως έμαθαν εγκαίρως τα πάντα. Και κυρίως ότι η επιχείρηση της ανατροπής μπορούσε πια να αρχίσει ανά πάσα στιγμή.

Προφανώς στη Βαγδάτη σκέφθηκαν ότι η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση. Γνώριζαν βεβαίως τον μεγάλο κίνδυνο αυτό να οδηγήσει σε πιο σκληρό ακόμη εμπάργκο τη στιγμή όπου όλοι περίμεναν κάποια βελτίωση με την αποδέσμευση ορισμένων ποσοτήτων ιρακινού πετρελαίου. Εκτίμησαν όμως ότι οι διεθνείς συνθήκες (άνοδος των ισλαμιστών στην Τουρκία, ευρωπαϊκή αντίδραση στη διαιώνιση του εμπάργκο και αμερικανικές εκλογές) καθώς και η νέα ένταση του μόνιμου από χρόνια εμφυλίου των Ιρακινών Κούρδων τούς επέτρεπαν να δράσουν. Δεν δίστασαν να έλθουν σε συμφωνία με τον Μπαρζάνι. Αυτός άρχισε την επίθεση. Αυτός «κάλεσε» τους Ιρακινούς να τον βοηθήσουν. 

Επισήμως, γι' αυτό εισέβαλαν στο Κουρδιστάν. Στόχος του Μπαρζάνι ήταν να απαλλαγεί από τον Ταλαμπάνι. Πράγμα που φυσικά ήθελαν και οι Ιρακινοί. Πρώτον, διότι μισούν γενικώς τους Κούρδους και δεύτερον, διότι ο Ταλαμπάνι έχει σχέσεις με το Ιράν αλλά και με το τουρκοκουρδικό ΡΚΚ δημιουργώντας προβλήματα στις σχέσεις Βαγδάτης - Αγκυρας και, τρίτον, διότι ο Ταλαμπάνι (στην περίπτωση αυτή και ιρανόφιλος και αμερικανοδίαιτος) στήριζε την οργάνωση της απόπειρας επαναστατικής ανατροπής του ιρακινού καθεστώτος.

Ολοι πέτυχαν τους στόχους τους. Ο Σαντάμ, καταλαμβάνοντας την Αρμπίλ, πέρασε κυριολεκτικά από φωτιά και σίδερο όλους τους αντικαθεστωτικούς που δεν πρόλαβαν να καταφύγουν στις βόρειες περιοχές της χώρας. Και ο Μπαρζάνι εξασφάλισε με τη νίκη «του» την εξουσία στο σύνολο του ιρακινού Κουρδιστάν, με τους ανθρώπους της «Πατριωτικής Ενωσης» να βρίσκονται στους πέντε δρόμους και τη ζωή τους να εξαρτάται από την «αμνηστία» που τους εκχωρήθηκε. Ο Μπαρζάνι εξασφάλισε επίσης την «αυτονομία» που του «αναγνώρισε» το Ιράκ, όμως η ιστορική πείρα θα έπρεπε να τον είχε διδάξει ότι αυτά ανατρέπονται, συχνά με λουτρό αίματος. 
Στο μεταξύ όμως ο Μπαρζάνι και οι άνθρωποί του θα έχουν πλέον αυτοί μόνοι τα (πολύ σημαντικά) έσοδα που αποφέρουν στους Κούρδους τα «διόδια» των διεθνών μεταφορών, τα κάθε λογής λαθρεμπόρια και αύριο τα έσοδα από τη διέλευση του ιρακινού πετρελαίου προς την Τουρκία.
Είναι σαφές έτσι ότι ο Σαντάμ κέρδισε την πρώτη και αποφασιστική φάση της νέας κρίσης παρά τους κάποιους αμερικανικούς πυραύλους που δεν ήταν μόνο «εκλογικοί»: αυτή τη στιγμή οι Αμερικανοί προσπαθούν να διασώσουν και τους πράκτορές τους και τους φίλους τους αλλά και όσους Ιρακινούς και Κούρδους παρέσυραν στο σχέδιό τους. Ασκούν έτσι πίεση στον Μπαρζάνι για κάποια νέα συμφιλίωση με τον «ιρανόφιλο» Ταλαμπάνι (δεν είναι στιγμή για λογικές...), ταυτοχρόνως όμως χρησιμοποιούν την Τουρκία σαν ταχυδρόμο για κάποια έμμεση επαφή με τη Βαγδάτη και την πιέζουν να διευκολύνει την αποχώρηση των δικών τους από το Βόρειο Ιράκ. Ο Σαντάμ θα μπορούσε να αρκεσθεί σε αυτά καθώς και στην αισθητή βελτίωση των σχέσεών του με την Αγκυρα, τον κύριο σύμμαχο των ΗΠΑ στην περιοχή, με την οποία διαπραγματεύεται τώρα την υπόθεση του ελέγχου των συνόρων για τις κινήσεις του ΡΚΚ ώστε να αποφύγει την εγκαθίδρυση μιας ελεγχόμενης από τους Τούρκους ζώνης μέσα στο ιρακινό έδαφος.

Η νίκη του Σαντάμ θα ήταν πλήρης αν δεν προχωρούσε σε απειλές εναντίον του Κουβέιτ και αν δεν χρησιμοποιούσε πυραύλους εναντίον αμερικανικών και συμμαχικών αεροπλάνων. Προφανώς ο Σαντάμ πιστεύει ότι μπορεί σήμερα να απαλλαγεί από όλες τις συνέπειες της ήττας του τού 1991. Ακόμη μία φορά όμως υποτιμά τις αμερικανικές δυνατότητες αντίδρασης, που μάλιστα για τον πρόεδρο Κλίντον, παρά τη διεθνή αντίθεση, είναι θέμα και εκλογικού γοήτρου, αποφασιστικού ίσως. Να, η εξήγηση για τη στρατιωτική κινητοποίηση των ΗΠΑ χωρίς «περιττές» διαδικασίες στον ΟΗΕ: είναι βέβαιον ότι τα αεροπλανοφόρα δεν λύνουν τα προβλήματα στην περιοχή, μπορούν όμως να τα λύσουν στα αμερικανικά εκλογικά τμήματα...

Ως ένα σημείο κερδισμένοι φαίνονται και οι Τούρκοι, εφόσον εξοντώθηκε στο Ιράκ ο κυριότερος σύμμαχος του δικού τους επαναστατικού κουρδικού ΡΚΚ, ενώ αρχίζει η βελτίωση των σχέσεών τους με τη Βαγδάτη χωρίς να δημιουργούνται μεγάλα θέματα με τις ΗΠΑ, για τις οποίες μάλιστα ο γεωπολιτικός τουρκικός παράγοντας (βλ. περισσότερο Τσιλέρ από ό,τι Ερμπακάν...) απέκτησε, όπως το σημειώνουν αμερικανοί σχολιαστές, μεγαλύτερη ακόμη σημασία.

Και οι Κούρδοι; 

Οπως και οι απλοί Ιρακινοί, αυτοί «τα πληρώνουν όλα». 

Τους Ιρακινούς τούς έχει εξοντώσει ο αγαπημένος τους ηγέτης. 

Τους Κούρδους τούς εξοντώνουν συστηματικά όχι μόνο οι Ιρακινοί, οι Τούρκοι, οι Ιρανοί και σε ορισμένες στιγμές της ιστορίας τους οι Σύριοι, αλλά και τα απίστευτα λάθη των μεσαιωνικής νοοτροπίας ηγετών τους που ανήκουν στην κατηγορία των γενναίων καπεταναίων χωρίς καμία γνώση. 

Οπως και άλλοι (συχνά και εμείς...) συμμάχησαν με «χαμένους» και με τους εκάστοτε «διαβόλους», εναντιώθηκαν άσκοπα σε ισχυρούς που φοβήθηκαν για τα συμφέροντά τους (συμφέροντα μάλιστα πετρελαϊκά!), αποδέχθηκαν υποσχέσεις χωρίς εγγυήσεις, ενώ με τον διαρκή οικογενειακό και τοπικιστικό εμφύλιό τους (από δεκαετίες οι Μπαρζάνι καταπολεμούν τους Ταλαμπάνι) διευκόλυναν οι ίδιοι και συχνά προκαλούν όλες τις ξένες παρεμβάσεις. Ποιος Θεός θα τους σώσει;

ΡΙΧΑΡΔΟΣ ΣΩΜΕΡΙΤΗΣ



Ο πρόεδρος του Ιράκ, ο κούρδος ηγέτης της Πατριωτικής Ένωσης του Κουρδιστάν (PUK) Τζαλάλ Ταλαμπανί, υποβάλλονταν σε θεραπεία στη Γερμανία. Σήμερα (Κυριακή, Ιουλίου 20th, 2014) επιστρέφει στο Κουρδιστάν στην πόλη της Σουλεϊμανίγια.

Ο Ταλαμπανί, εμβληματική προσωπικότητα, από την παλιά φρουρά των ηγετών της Μέσης Ανατολής, πάλεψε 60 χρόνια να γίνει πραγματικότητα το όνειρό του, να δει ένα ελεύθερο Κουρδιστάν.

Σήμερα, ο πεσμεργκά αντάρτης κάθεται στον δύσκολο προεδρικό θώκο της Βαγδάτης. Στις 17 του Δεκέμβρη του 2012 υπέστη εγκεφαλική αιμορραγία και στις 22 Δεκεμβρίου μετέβη με αεροπλάνο -ασθενοφόρο στην πρωτεύουσα της Γερμανίας, το Βερολίνο, όπου και παρέμεινε ως σήμερα για θεραπεία.

Η υγεία του πρόεδρου Ταλαμπανί έχει βελτιωθεί, αλλά δεν θα μπορεί να παίξει ενεργό ρόλο όπως στο παρελθόν. Ωστόσο, είναι σημαντική η παρουσία του σ” αυτή τη δύσκολη περίοδο του Ιράκ και του Κουρδιστάν.